fbpx

1η ∆εκεµβρίου Παγκόσµια Ηµέρα του AIDS: Υπάρχει τέλος στην επιδηµία HIV;

Καθηγήτρια Τζ. Κουρέα – Κρεµαστινού, MD
Eπιστηµονική Υπεύθυνη Bιοπαθολογικού 
Eργαστηρίου Οµίλου ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ

11/03/21 – 2min. read

Ο HIV (Human Immunodeficiency Virus – Ιός Ανοσοανεπάρκειας του Ανθρώπου) είναι ο ιός που προκαλεί το Σύνδροµο της Επίκτητης Ανοσολογικής Ανεπάρκειας (Acquired Immune Deficiency Syndrome – AIDS). ∆ρα καταστρέφοντας κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήµατος, τα CD4+ Τ λεµφοκύτταρα, τα οποία διαδραµατίζουν σηµαντικό ρόλο στην προστασία του οργανισµού από λοιµώξεις και άλλα νοσήµατα. Ο όρος AIDS αναφέρεται στο τελευταίο στάδιο της HIV λοίµωξης, κατά το οποίο το ανοσοποιητικό σύστηµα έχει αποδυναµωθεί σε τέτοιο βαθµό, ώστε το HIV οροθετικό άτοµο είναι επιρρεπές σε διάφορα νοσήµατα και σε συγκεκριµένους τύπους καρκίνου µε κατάληξη τον θάνατο.

Ο ιός µπορεί να µεταδοθεί µέσω της χωρίς προφύλαξη σεξουαλικής επαφής (πρωκτική, κολπική, στοµατική) ή µέσω της από κοινού χρήσης αιχµηρών αντικειµένων (ξυραφάκια, βελόνες, σύριγγες) µε HIV οροθετικό άτοµο και από µία HIV οροθετική µητέρα στο νεογνό κατά τη διάρκεια της κύησης, του τοκετού και του θηλασµού. Ο ιός δεν µεταδίδεται µέσω της καθηµερινής κοινωνικής επαφής (χειραψία, αγκαλιά, φιλί στο µάγουλο), των κουνουπιών ή άλλων εντόµων, της από κοινού χρήσης οικιακών σκευών, του σάλιου, των δακρύων, του ιδρώτα, του αέρα ή του νερού. Τα καθιερωµένα µέτρα πρόληψης είναι η συστηµατική χρήση προφυλακτικού σε άγνωστες σεξουαλικές επαφές, η χρήση αποστειρωµένων βελονών και συριγγών και ο προγεννητικός έλεγχος σε εγκύους. Στις µεταγγίσεις αίµατος γίνεται πλέον συστηµατικός έλεγχος για HIV.

∆υστυχώς η επιστήµη δεν έχει ακόµα βρει αποτελεσµατικό προφυλακτικό εµβόλιο έναντι του HIV, ούτε έχει καταφέρει να εξαλείψει το γενετικό υλικό του ιού από τον µολυσµένο οργανισµό. Όπως όλοι οι ιοί έτσι και ο HIV δεν διαθέτει κατάλληλους µηχανισµούς για την αυτόνοµη αναπαραγωγή του. Εισέρχεται στα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήµατος (Τ-βοηθητικά κύτταρα) όπου απελευθερώνει το γενετικό του υλικό και το ενσωµατώνει στο DNA των κυττάρων αυτών και τελικά αποδυναµώνει το ανοσοποιητικό σύστηµα σε τέτοιο βαθµό που δεν µπορεί να αντιµετωπίσει ακόµη και τις πιο ελαφρές λοιµώξεις, µε συνέπεια την ανάπτυξη του Συνδρόµου Επίκτητης Ανοσοανεπάρκειας (AIDS). Η λήψη των αντιρετροϊκών φαρµάκων δεν εξαλείφει το γενετικό υλικό του ιού από τον άνθρωπο, αλλά το κρατά «εν υπνώσει» σε λανθάνουσα κατάσταση σε κάποια σηµεία του DNA του ανθρώπου. Για το λόγο αυτό µε τα σηµερινά δεδοµένα, οι φορείς οφείλουν να παίρνουν καθηµερινά τη θεραπεία τους εφ’ όρου ζωής.

∆ιάγνωση της HIV λοίµωξης γίνεται στο εργαστήριο µε ειδικές εξετάσεις που ανιχνεύουν τα αντισώµατα που παράγει ο οργανισµός έναντι του HIV. Η διάγνωση της HIV λοίµωξης µπορεί να γίνει έπειτα από την «περίοδο παραθύρου». Περίοδος παραθύρου καλείται το χρονικό διάστηµα που µεσολαβεί από τη στιγµή της µόλυνσης µε τον HIV, µέχρι και τη δυνατότητα ανίχνευσης αντισωµάτων για τον ιό. Η περίοδος παραθύρου διαφοροποιείται ανάλογα µε τη γενικότερη κατάσταση υγείας του ατόµου, το είδος της δοκιµασίας (test) που χρησιµοποιείται και τη λήψη συγκεκριµένων φαρµάκων. Για να εξασφαλιστεί η αξιοπιστία των αποτελεσµάτων συστήνεται η διαγνωστική εξέταση για τα αντισώµατα του HIV να γίνεται 6-8 εβδοµάδες (περίοδος παραθύρου) µετά την πιθανή έκθεση στον ιό, εάν πραγµατοποιηθεί µε εργαστηριακή τεχνική, ενώ σε περίπτωση χρήσης rapid test απαιτείται χρονικό διάστηµα περίπου των τριών µηνών (εξαρτάται από το test). Ο µοριακός έλεγχος ανιχνεύει τα σωµατίδια του ιού, 15 ηµέρες µετά τη µόλυνση.

Είναι δυνατόν όµως µε κατάλληλες και σύγχρονες µεθόδους να ανιχνευθούν τα αντιγόνα των 2 τύπων του ιού κατά τις πρώτες 5 ηµέρες µετά τη µόλυνση. Η πρωτεΐνη P24 του HIV του πυρήνα του ιού χρησιµοποιείται συνήθως σαν δείκτης αντιγοναιµίας. Η ανίχνευσή της πριν από την παραγωγή των αντισωµάτων οδηγεί σε γρηγορότερη διάγνωση της HIV λοίµωξης και στην όσο το δυνατόν ταχύτερη χορήγηση των αντιρετροϊκών φαρµάκων, που προκαλούν «καταστολή» του ιού.

Με τη χορήγηση κατάλληλης και έγκαιρης θεραπείας µε αντιρετροϊκά φάρµακα υψηλής δραστικότητας (Highly Active Antiretro Viral Therapy – HAART) µειώνεται η δράση του ιού, επιβραδύνεται σηµαντικά η εξέλιξη σε AIDS και µειώνεται η αντίστοιχη θνητότητα. Έτσι µια θανατηφόρος λοίµωξη µετατρέπεται σε «χρόνια νόσο» χωρίς να αναπτύσσεται το AIDS (Σύνδροµο της Ανοσοανεπάρκειας), εφόσον το άτοµο λαµβάνει συστηµατικά τη θεραπεία του. Βασική βέβαια προϋπόθεση είναι η συνεχής καθηµερινή λήψη των κατάλληλων φαρµάκων. Τα αντιρετροϊκά φάρµακα µειώνουν το ιικό φορτίο, δηλαδή τον πολλαπλασιασµό του ιού, τη συγκέντρωση του ιού στα µολυσµένα βιολογικά υγρά και κατά συνέπεια τη δυνατότητα και πιθανότητα µετάδοσής του. Τα µολυσµένα άτοµα (φορείς του HIV) ζουν έτσι µια φυσιολογική ζωή. Εάν διακοπεί η θεραπεία, ο ιός επανακτά τις δυνάµεις του και αρχίζει τον πολλαπλασιασµό του.

Προφυλακτική θεραπεία (PrEP – Pro Exposure Prophylaxis)
Σήµερα δίνεται µεγάλη σηµασία στον ρόλο που διαδραµατίζει η χορήγηση της αντιρετροϊκής θεραπείας στον τοµέα της πρόληψης. Η προφυλακτική αγωγή περιλαµβάνει τα φαρµακευτικά σκευάσµατα που χορηγούνται σε άτοµα έπειτα από πιθανή έκθεση στον HIV (PrEP – Pro Exposure Prophylaxis). Η συγκεκριµένη αγωγή λαµβάνεται σε καθηµερινή βάση µόνο για έναν µήνα. Στη συνέχεια, γίνεται εργαστηριακός έλεγχος και αν το άτοµο είναι αρνητικό σταµατά η αγωγή, αλλιώς συνεχίζει η θεραπεία µε οδηγίες από ειδικούς ιατρούς. Η PrEP δεν αντικαθιστά σε καµία περίπτωση τα µέτρα πρόληψης που πρέπει να λαµβάνονται προκειµένου να αποφευχθεί µια πιθανή έκθεση στον HIV και η χορήγησή της ενδείκνυται µόνο σε συγκεκριµένες περιπτώσεις βάσει των κλινικών κατευθυντήριων οδηγιών.
Οι περιπτώσεις αυτές αφορούν:

  • Έκθεση στον HIV µέσω άγνωστης απροφύλακτης σεξουαλικής επαφής (ρήξη ή µη χρήση προφυλακτικού)
  • Χρησιµοποίηση από κοινού συρίγγων, βελονών και άλλων εξαρτηµάτων παρασκευής ναρκωτικών ουσιών
  • Σεξουαλική κακοποίηση
  • Έκθεση σε µολυσµατικά βιολογικά υγρά επαγγελµατιών υγείας.

Από τη στιγµή που κάποιος εκτεθεί στον HIV, τις πρώτες 3 ηµέρες ο ιός αναπαράγεται και ανιχνεύεται στους τοπικούς λεµφαδένες, ενώ σε διάστηµα 5 ηµερών ανιχνεύεται στο περιφερικό αίµα. Αυτό το διάστηµα των τριών ηµερών αποτελεί µια µοναδική ευκαιρία να ανασταλούν η αντιγραφή του ιού και ο πολλαπλασιασµός των ιικών αντιγράφων.

Η PrEP πρέπει να χορηγείται όσο πιο σύντοµα γίνεται µετά από µια πρόσφατη πιθανή έκθεση στον ιό (σε διάστηµα 48/72 ωρών). Σε περίπτωση µιας επικίνδυνης έκθεσης σε διάστηµα µεγαλύτερο των 3 ηµερών δεν συστήνεται η λήψη PrEP γιατί είναι αναποτελεσµατική. Πολλές µελέτες έχουν δείξει θετική συσχέτιση της αποτελεσµατικότητας της PrEP µε την έγκαιρη λήψη της. Για τον λόγο αυτό, οι διεθνείς οδηγίες συστήνουν ως ιδανικό το χρονικό διάστηµα των 48 ωρών. Η έγκαιρη χορήγηση της ΡrΕΡ είναι αποτελεσµατική στην πρόληψη της µετάδοσης του ιού, όχι όµως 100%. Για τον λόγο αυτό δεν υποκαθιστά σε καµία περίπτωση τα καθιερωµένα µέτρα πρόληψης, όπως είναι η συστηµατική χρήση προφυλακτικού, καθώς και η χρήση αποστειρωµένων βελονών και συρίγγων.

Πρόληψη νέων µεταδόσεων
Τα τελευταία χρόνια, έπειτα από πολλές ερευνητικές µελέτες, έχει αποδειχθεί η αποτελεσµατικότητα της συστηµατικής προφυλακτικής αγωγής (1 χάπι ηµερησίως) σε µια άλλη κατηγορία ανθρώπων που ζουν ή εκτίθονται σε περιβάλλον υψηλού κινδύνου για HIV. Η χορήγηση διαρκεί για όσο χρόνο το άτοµο «παραµένει» στο ίδιο περιβάλλον και διατηρεί τις ίδιες συνήθειες. Με βάση τα στοιχεία των µελετών, τον Φεβρουάριο του 2019 στην Αµερική ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραµπ εξήγγειλε ένα µεγάλο πρόγραµµα, που χαρακτηρίστηκε «ιστορικό», µε τίτλο «Ending the HIV epidemic -A plan for America», µε σκοπό να ελαττωθούν οι νέες λοιµώξεις µε την χορήγηση φαρµάκων ακόµα και σε ανασφάλιστα άτοµα που έχουν συνεχή έκθεση στον HIV. Ο στόχος είναι η µείωση των HIV λοιµώξεων κατά 75% σε πέντε χρόνια και κατά 90% έως το 2030. Το κόστος του προγράµµατος θεωρείται φθηνότερο σε σύγκριση µε το κόστος αντιµετώπισης των HIV και AIDS. Είναι γνωστό ότι ό ιός HIV και το σύνδροµο AIDS κοστίζουν σε ανθρώπινες ζωές και σε άµεσα κόστη (20 δισ. δολάρια ετησίως στις ΗΠΑ).

Σύµφωνα µε τον Οργανισµό των Ηνωµένων Εθνών για το AIDS (UNAIDS), υπολογίζεται ότι έχουν ήδη µολυνθεί από τον HIV πάνω από 36-37 εκατοµµύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσµο, ενώ καθηµερινά µολύνονται περισσότεροι από 5.000 άνθρωποι.

Στην Ελλάδα, σύµφωνα µε στοιχεία του Εθνικού Οργανισµού ∆ηµόσιας Υγείας (ΕΟ∆Υ), από το 1981 έως τις 31/12/2018 έχουν δηλωθεί συνολικά 17.387 κρούσµατα, 14.397 σε άνδρες και 2.951 σε γυναίκες. Από το 1982 έως το 2018 συνέβησαν 2.031 θάνατοι (1.760 άνδρες και 271 γυναίκες). Παρατηρείται σταδιακή µείωση του αριθµού των κρουσµάτων και των θανάτων από το 1997 και οφείλεται στην εισαγωγή των αντιρετροϊκών φαρµάκων (HAART), που καθυστερούν σηµαντικά την εξέλιξη της νόσου. Το 2018 διαγνώστηκαν και δηλώθηκαν 687 νέες περιπτώσεις HIV. To 81,7% αφορούσε άνδρες και 18,3% γυναίκες. Το 40% αφορούσε µετάδοση µέσω σεξουαλικής επαφής µεταξύ ανδρών, το 22,4% µετάδοση µέσω ετεροφυλικής σεξουαλικής επαφής, το 15,4% µέσω ενδοφλέβιας χρήσης ναρκωτικών, ενώ στο 21,7% ο τρόπος µόλυνσης ήταν απροσδιόριστος. Ο αριθµός των θανάτων το 2018 ανέρχεται σε 41 άτοµα.

Τέλος, οι επιστήµονες σε όλο τον κόσµο συνεχίζουν τις έρευνες στα θέµατα του HIV µε προσπάθειες για εµβόλιο και φάρµακα. Πάνω από όλα όµως η κοινωνία πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι η πρόληψη είναι το ασφαλέστερο µέσο. Όσον αφορά το τέλος της επιδηµίας, αυτό δεν φαίνεται να είναι κοντά. Μόνο η ανακάλυψη ενός αποτελεσµατικού εµβολίου µπορεί να δώσει οριστικό τέλος στην HIV επιδηµία.

Στα εργαστήρια του Οµίλου ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ εκτελούνται όλες οι εξετάσεις που αφορούν τον ιό HIV και το σύνδροµο AIDS.

Στρατηγικές αντιµετώπισης µόλυνσης µε HIV

  • ∆ιάγνωση λοίµωξης µε HIV όσο το δυνατόν ταχύτερα
  • Χορήγηση αντιρετροϊκής θεραπείας γρήγορα και αποτελεσµατικά, για να επιτευχθεί σταθερή καταστολή του HIV
  • Πρόληψη νέων µεταδόσεων µε εφαρµογή των γνωστών προληπτικών µέτρων και παρεµβάσεων, όπως η προφυλακτική αγωγή (PrEP)


Βιβλιογραφία
CDC Center for Disease Control, U.S.A.
ECDC European Center for Disease Control
ΕΟ∆Υ (ΚΕΕΛΠΝΟ) Εθνικός Οργανισµός ∆ηµόσιας Υγεία