fbpx

Τροφική Δυσανεξία

Βάνια Πολυμέρου 
Βιολόγος B.Sc. Προϊσταμένη Βιοπαθολογικού Εργαστηρίου ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ Αμπελοκήπων

11/07/21 – 2min. read

Οι τροφικές δυσανεξίες είναι το αποτέλεσµα περίπλοκων αλληλεπιδράσεων µεταξύ αντιγόνων που προσλαµβάνονται µε την τροφή του πεπτικού σωλήνα, των ιστικών µαστοκυττάρων, των κυκλοφορούντων βασεόφιλων και του ειδικού τροφικού αλλεργιογόνου IgG. Παράγουν συµπτώµατα σε ένα ή περισσότερα όργανα και συστήµατα του σώµατος, ενώ παράλληλα είναι δύσκολο να διαγνωστούν, εξαιτίας του γεγονότος ότι τα συµπτώµατα µοιάζουν µε αυτά άλλων ασθενειών.

Υπό κανονικές συνθήκες µόνο απλά σάκχαρα, λιπαρά οξέα, αµινοξέα και άλλες απλές χηµικές ουσίες απορροφούνται από το έντερο. Στην πράξη, όµως, αυτό δεν ισχύει πάντα. Το ανοσοποιητικό σύστηµα µπορεί να αντιδρά σε τµήµατα των τροφών, κυρίως µόρια πρωτεϊνών, πεπτίδια αλλά και σε διάφορες άλλες χηµικές ουσίες, που απορροφούνται από το έντερο και τα αντιµετωπίζει σαν ξένα σώµατα, δηλαδή σαν εχθρικά. Είτε λόγω φλεγµονής του βλεννογόνου του εντέρου (από µικρόβια, µυκητιάσεις κ.ά.) είτε λόγω έλλειψης ενζύµων, φτάνουν στον βλεννογόνο του εντέρου διάφορες τοξικές ενώσεις οι οποίες και απορροφούνται.

Προκαλείται έτσι φθορά της γαστρεντερικής µεµβράνης, αλλοιώσεις στο έντερο και µεταβολή της ισορροπίας της βακτηριδιακής χλωρίδας του εντέρου. Οι δραστικές αυτές ουσίες, αποτέλεσµα της συνεχούς και άσκοπης αµυντικής διαδικασίας, επιδρούν σε πάρα πολλούς ενδογενείς µηχανισµούς του οργανισµού, διαταράσσοντας την ισορροπία του. Έτσι προκαλείται δυσλειτουργία στα ενδογενή συστήµατα και η µία παθολογική λειτουργία πυροδοτεί την επόµενη, ώσπου τελικά εκδηλώνεται µε τη µορφή κάποιας πάθησης.

Τα συµπτώµατα της τροφικής δυσανεξίας
Οι αντιδράσεις αυτές και η παραγωγή ειδικών IgG αντισωµάτων έναντι συγκεκριµένων τροφίµων χαρακτηρίζονται από καθυστερηµένα χρονικά συµπτώµατα, τα οποία µπορεί να εµφανιστούν από µερικές ώρες µέχρι και µερικές µέρες, σε αντίθεση µε την τροφική αλλεργία όπου παράγονται αντισώµατα IgE και εµφανίζουν άµεσες, εµφανείς και οξείες αντιδράσεις εντός 2-4 ωρών.

Τα συµπτώµατα δεν είναι ανάλογα µε την ποσότητα κατανάλωσης της «ένοχης» τροφής. Ακόµα και µικρές ποσότητες µπορεί να προκαλέσουν αντιδράσεις και µπορούν να εµφανίσουν συµπτώµατα και παθήσεις σε βάρος οποιουδήποτε οργάνου του οργανισµού. Στην πραγµατικότητα, η τροφική δυσανεξία είναι συνεχής και χρόνια, αφού η κατανάλωση των «ένοχων» τροφίµων είναι διαρκής, επειδή τα τρόφιµα αυτά µπορεί να βρίσκονται στην καθηµερινή µας διατροφή (γάλα, ψωµί, λάδι, ντοµάτα, µπανάνες, αµύγδαλα, καφές κ.λπ.).

Το φαινόµενο αυτό, της καθυστερηµένης χρονικά αντίδρασης από την ώρα λήψης της τροφής µέχρι την εµφάνιση των συµπτωµάτων, καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την ανίχνευση της αιτίας, χωρίς ειδική εργαστηριακή εξέταση αίµατος.

Με ποιες παθήσεις συνδέεται η τροφική δυσανεξία;
Έχει αποδειχθεί µέσα από διάφορες επιστηµονικές µελέτες ότι η τροφική δυσανεξία συνδέεται µε ορισµένες χρόνιες παθήσεις και προβλήµατα. Επιπρόσθετες µελέτες έδειξαν ότι οι καθυστερηµένες τροφικές αντιδράσεις (συνδεδεµένες µε IgG) συχνά οδηγούν σε χρόνιες ασθένειες. Εξάλλου, συνεχής κατανάλωση ενός βλαπτικού τροφίµου συνεπάγεται την εξασθένιση του ανοσοποιητικού συστήµατος, που µε τη σειρά του δίνει τη δυνατότητα σε ασθένειες να αναπτυχθούν. Αρκετές φορές, ασθενείς αναφέρουν ότι υποφέρουν από περισσότερες από µία ασθένειες ταυτόχρονα. Μακροχρόνιες παρενέργειες και συµπτώµατα περιλαµβάνουν γαστρεντερολογικά, δερµατολογικά, νευρολογικά, µυοσκελετικά και αναπνευστικά προβλήµατα.

Νέες κλινικές µελέτες συνέδεσαν πλέον το σύνδροµο του ευερέθιστου εντέρου µε τη δυσανεξία. Ανάµεσα στις πιο σοβαρές ασθένειες που έχουν συνδεθεί µε τροφικές δυσανεξίες είναι η νόσος του Crohn, η ελκώδης κολίτιδα, η κοιλιοκάκη, το άσθµα, η ρευµατοειδής αρθρίτιδα, η ψωρίαση, η rosacea, το έκζεµα, η πολλαπλή σκλήρυνση κ.ά.

∆ιάγνωση
Η µέτρηση των αυξηµένων επιπέδων ειδικών IgG για συγκεκριµένες τροφές παρέχει µια εύχρηστη µέθοδο για την αναγνώριση των «ένοχων» τροφών.

Αντίθετα µε τις κλασικές IgE-µεσολαβούµενες αλλεργίες, οι τροφικές δυσανεξίες περιλαµβάνουν συνήθως αντιδράσεις σε περισσότερες από µία τροφές. Κατά µέσο όρο, τα αποτελέσµατα των εξετάσεων δείχνουν πώς αντιδρούν οι ασθενείς σε 4 µε 5 φαινοµενικά ακίνδυνες τροφές, όπως φαίνεται από τα αυξηµένα επίπεδα των ειδικών IgG προς αυτές τις τροφές. Εποµένως, ο έλεγχος των ειδικών IgG δίνει τη δυνατότητα να αναγνωριστεί δυσανεξία προκαλούµενη από τρόφιµα, ώστε να οριστούν οι κατάλληλοι διαιτητικοί περιορισµοί που θα µειώσουν ή και θα εξαλείψουν τα συµπτώµατα. Συγκεκριµένος έλεγχος των IgG µπορεί να χρησιµοποιηθεί στη συνέχεια για την παρακολούθηση των αποτελεσµάτων µετά τη «θεραπεία».

Στη ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ η τροφική δυσανεξία ανιχνεύεται µε ειδικές εργαστηριακές εξετάσεις αίµατος (Τεστ Τροφικής ∆υσανεξίας).
Το test µάς επιτρέπει την ταυτόχρονη ανίχνευση και µέτρηση των ειδικών IgG αντισωµάτων που παράγει το ανοσοποιητικό µας σύστηµα έναντι µεγάλου αριθµού τροφίµων (90 διαφορετικές τροφές) µε µία µόνο εξέταση. Τα πλεονεκτήµατα της µεθόδου είναι η ακρίβεια, η αξιοπιστία, η εγκυρότητα των αποτελεσµάτων και η ποσοτική µέτρηση των ειδικών IgG αντισωµάτων σε µονάδες U/ml για το κάθε τρόφιµο ξεχωριστά.

Οι πιο γνωστές τροφικές δυσανεξίες είναι στη λακτόζη και στη γλουτένη.

Ως δυσανεξία στη λακτόζη ορίζεται η αδυναµία του οργανισµού να µεταβολίσει τη λακτόζη, το βασικό σάκχαρο του γάλακτος, λόγω έλλειψης του ενζύµου λακτάση.

Η συχνότητα της δυσανεξίας στη λακτόζη στην Ευρώπη υπολογίζεται στο 20% του γενικού πληθυσµού και το µεγαλύτερο ποσοστό απαντά στη Νότια Ευρώπη σε σχέση µε τη Βόρεια. Στην Αφρική και την Ασία η δυσανεξία στη λακτόζη εµφανίζεται σε υψηλά ποσοστά, 65%-90%. Συχνά η έλλειψη της λακτάσης προκαλείται από την καταστροφή του βλεννογόνου έπειτα από οξεία γαστρεντερίτιδα, αλλά και ύστερα από χρόνιες παθήσεις του εντέρου, όπως η φλεγµονώδης νόσος του εντέρου.

Η κοιλιοκάκη είναι µία από τις συνηθέστερες, γενετικά συνδεδεµένες ασθένειες στην Ευρώπη που προκαλείται από τη δυσανεξία στη γλουτένη και πυροδοτείται από µια δίαιτα πλούσια σε δηµητριακά, όπως σιτάρι, κριθάρι και σίκαλη.

Το αποτέλεσµα είναι µια φλεγµονώδης διαδικασία που προκαλεί αλλοιώσεις στον εντερικό βλεννογόνο (αναστρέψιµες), όπως είναι η ατροφία των λαχνών του εντέρου, εµποδίζοντας τη φυσιολογική πέψη και απορρόφηση του φαγητού.

Σε περίπτωση που δεν διαγνωστεί για µεγάλο χρονικό διάστηµα η κοιλιοκάκη µπορεί να προκαλέσει σοβαρές µακροχρόνιες επιπτώσεις για την υγεία, καθώς ο κίνδυνος εµφάνισης οστεοπόρωσης, παιδικού διαβήτη ή ακόµη και καρκίνου του εντέρου είναι αυξηµένος.

Έχουν διεξαχθεί πολλαπλές µελέτες σε πληθυσµούς που προέρχονται από τις περιοχές της Ευρώπης, της Ινδίας, της Νότιας Αµερικής, της Αυστραλίας και των ΗΠΑ και περιλαµβάνουν τόσο ορολογικές εξετάσεις όσο και βιοψία λεπτού εντέρου.

Μία από τις µελέτες αυτές, µε τον τίτλο European Cluster Project, που περιλαµβάνει έρευνες από όλη την Ευρώπη, έδειξε ότι το ποσοστό εµφάνισης της νόσου κατά µέσο όρο είναι 1:100 στον συνολικό πληθυσµό.

Όπως υποδεικνύεται από τις διεθνείς κατευθυντήριες γραµµές, η πρώτη προσέγγιση στη διάγνωση της κοιλιοκάκης είναι η αναζήτηση των αυτοαντισωµάτων Ιστικής τρανσγλουταµινάσης και Γλιαδίνης τάξης IgA σε συνδυασµό µε τη δοκιµασία για τον προσδιορισµό των ολικών IgA. Οι ορολογικές δοκιµασίες έχουν βασικό ρόλο στη διάγνωση της κοιλιοκάκης και την παρακολούθηση της συµµόρφωσης µε τη θεραπεία που συνίσταται σε µια διατροφή που είναι ελεύθερη σε γλουτένη.

Σύµφωνα µε τα στοιχεία έρευνας που διενεργήθηκε σε άτοµα µε τροφική δυσανεξία, η πλειονότητα των ατόµων που άλλαξαν τη διατροφή τους ανέφεραν σηµαντική βελτίωση στην υγεία τους.

Η σηµαντική µείωση των συµπτωµάτων σηµειώθηκε από την αποµάκρυνση των «ένοχων» τροφών από τη διατροφή τους, ακολουθώντας αυστηρά τους κατάλληλους διαιτητικούς περιορισµούς. Έτσι δεν παράγονται πλέον οι µεγάλες ποσότητες ειδικών αντισωµάτων για την καταπολέµηση ανύπαρκτων «εισβολέων» που απορρυθµίζουν το ανοσοποιητικό σύστηµα, επιτρέποντας σε αυτό να «αναπνεύσει», να επαναλειτουργήσει σωστά χωρίς πίεση και να παράσχει την απαραίτητη ασπίδα προστασίας έναντι των διάφορων ασθενειών, επιφέροντας ταυτόχρονα ευεξία και ψυχολογική ηρεµία στον οργανισµό.