fbpx

Ο ιός της ηπατίτιδας Β

Εμμανουήλ Σπανός
B.Sc, M.Sc in Helathcare Management, M.Sc in Applied Public Health and Environmental Hygiene,
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Επιστημονικός Συνεργάτης Κλινικών Μελετών και Εμπορικών Εταιρειών, ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ Θεσσαλονίκης

06/03/21 – 3min. read

Ο ιός της ηπατίτιδας Β είναι DNA ιός που ταξινοµείται στην οικογένεια των ιών Hepadnaviridae. Οι άνθρωποι είναι ο µόνος γνωστός φυσικός ξενιστής του ιού. Είναι γνωστός ως ένας «αιµατογενώς µεταδιδόµενος ιός» (BBV – Blood Borne Virus) και µπορεί να µεταδοθεί µέσω του µολυσµένου αίµατος, όπως και µέσω σωµατικών υγρών του µολυσµένου ατόµου. Ο ακέραιος µολυσµατικός ιός έχει διάµετρο 42-47 nm και κυκλοφορεί στο αίµα σε συγκεντρώσεις τόσο υψηλές όσο 108 virions ανά ml, µε τον χρόνο επώασης της νόσου να φθάνει στις 40-160 ηµέρες. Σύµφωνα µε τον Παγκόσµιο Οργανισµό Υγείας (WHO) υπολογίζεται ότι 257 εκατοµµύρια άνθρωποι στον κόσµο ζουν προσβεβληµένοι από τον ιό της ηπατίτιδας Β, διαθέτοντας, δηλαδή, θετικό αντιγόνο επιφάνειας ηπατίτιδας Β, ενώ οι καταγεγραµµένοι θάνατοι από τον ιό έως το 2015 ήταν 887.000, κυρίως από επιπλοκές της νόσου, όπως κίρρωση και ηπατοκυτταρικό καρκίνωµα.

Σύµφωνα µε το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσηµάτων, η Ελλάδα ανήκει στις περιοχές µε ενδιάµεση ενδηµικότητα, αλλά ο επιπολασµός των φορέων του ιού της ηπατίτιδας Β παρουσιάζει πτωτική τάση τα τελευταία χρόνια. Η επίπτωση ποικίλλει στα διάφορα γεωγραφικά διαµερίσµατα και είναι υψηλότερη στη Βόρεια Ελλάδα, κυρίως στην περιοχή της Θράκης. Σε ορισµένες πληθυσµιακές οµάδες ο επιπολασµός των φορέων ξεπερνάει το 8%.

Τρόποι µετάδοσης
Η µετάδοση του ιού στον γενικό πληθυσµό µπορεί να πραγµατοποιηθεί µε τους εξής τρόπους: Μέσω της σεξουαλικής επαφής χωρίς την απαραίτητη προφύλαξη, µε την κοινή χρήση προσωπικών αντικειµένων (όπως οδοντόβουρτσες, ξυραφάκια, νυχοκόπτες), µε τρύπηµα από µολυσµένη βελόνα (από ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών µε κοινή σύριγγα, τατουάζ), µε µετάγγιση µολυσµένου αίµατος και κατά τον τοκετό από τη µολυσµένη µητέρα στο βρέφος.

Για τους εργαζόµενους στον χώρο της υγείας κοινοί παρονοµαστές για τον κίνδυνο µετάδοσης του ιού στον χώρο εργασίας είναι είτε η συχνότητα έκθεσης στο αίµα είτε σε άλλα σωµατικά υγρά, όπως είναι το σάλιο, το σπέρµα και τα κολπικά υγρά, ιδίως εάν αυτά έχουν µολυνθεί µε αίµα, ακόµη και σε ελάχιστες ποσότητες, και ο κίνδυνος ατυχηµάτων από βελόνες. Ο κίνδυνος µόλυνσης από τον ιό για τους επαγγελµατίες υγείας είναι υψηλότερος στη διαδερµική έκθεση από ό,τι στην έκθεση του βλεννογόνου και του δέρµατος. Οι παραπάνω παράγοντες είναι επιστηµονικά εύλογοι, καθώς το αίµα και τα συγκεκριµένα σωµατικά υγρά έχουν την υψηλότερη συγκέντρωση του ιού και η διαδερµική έκθεση είτε µέσα από µια ανοιχτή πληγή είτε από ένα κόψιµο ή αµυχή ή από µια µολυσµένη βελόνα είναι γνωστή για την αποτελεσµατική µετάδοση του ιού.

Τα εµπλεκόµενα «οχήµατα» µετάδοσης του ιού περιλαµβάνουν τα φιαλίδια πολλαπλών δόσεων, τα στυλό τρυπήµατος δακτύλου για τη µέτρηση του σακχάρου µε χρήση φορητού µετρητή, τις βελόνες ιατρικού βελονισµού και τα πιστόλια έγχυσης. Οι µολυσµένες επιφάνειες στους χώρους υγειονοµικής περίθαλψης λειτουργούν, επίσης, ως «δεξαµενή» µεταφοράς του ιού, ιδιαίτερα στις µονάδες αιµοκάθαρσης.

Συµπτώµατα
Ο παρατεταµένος χρόνος επώασης του ιού και η µη άµεση ανάπτυξη συµπτωµάτων καθιστούν τον ιό της ηπατίτιδας Β «σιωπηλή» απειλή για το κοινωνικό σύνολο. Ο ασυµπτωµατικός φορέας της νόσου έχει την ικανότητα να µεταδίδει σε άλλους ανθρώπους τον ιό και να µολύνει, ενώ παράλληλα να έχουν αρχίσει να προκαλούνται οι πρώτες βλάβες στο ήπαρ. Ο ιός της ηπατίτιδας εισέρχεται στο ήπαρ µέσω της κυκλοφορίας του αίµατος και η αναπαραγωγή πραγµατοποιείται µόνο σε ιστό ήπατος.

Μετά την αρχική έκθεση στον ιό της ηπατίτιδας Β, η µετάβαση στη χρονιότητα εξαρτάται από πολλούς παράγοντες τόσο του ιού όσο και από τους µηχανισµούς άµυνας του ξενιστή. Έναν από τους σηµαντικότερους παράγοντες αποτελεί η ηλικία έκθεσης στον ιό. Περίπου το 90% των ατόµων που µολύνθηκαν στην περιγεννητική περίοδο θα αναπτύξουν χρόνια λοίµωξη, σε αντίθεση µε το 30% των παιδιών που ήρθαν σε επαφή µε τον ιό σε ηλικία 3-5 ετών. Τα συµπτώµατα της λοίµωξης περιλαµβάνουν πυρετό, ίκτερο, ανορεξία, ναυτία, εµέτους, κόπωση, πόνο στην κοιλιακή χώρα, σκουρόχρωµα ούρα, αποχρωµατισµένα κόπρανα και πόνο στις αρθρώσεις.

Πρόληψη
Η πρόληψη από τη λοίµωξη γίνεται είτε µε ενεργητική ανοσοποίηση, µε τον εµβολισµό, είτε µε παθητική ανοσοποίηση, µε χορήγηση ειδικής υπεράνοσης γ-σφαιρίνης, ή µε συνδυασµό των δύο. Ο εµβολιασµός έναντι της ηπατίτιδας Β είναι ο πιο αποτελεσµατικός τρόπος για την πρόληψη της νόσου και των επιπλοκών της. Στη χώρα µας από την 01/01/1998 εφαρµόζεται ο µαζικός εµβολιασµός των βρεφών έναντι της ηπατίτιδας Β. Σύµφωνα µε το Εθνικό Πρόγραµµα Εµβολιασµού χορηγούνται τρεις δόσεις εµβολίου από την πρώτη βρεφική ηλικία. Για την πρόληψη της περιγεννητικής µετάδοσης της ηπατίτιδας Β, µε την ίδια απόφαση θεσπίστηκαν ο έλεγχος όλων των εγκύων ως προς το HBsAg και η εφαρµογή παθητικής και ενεργητικής ανοσοπροφύλαξης στα νεογνά µητέρων-φορέων της ηπατίτιδας Β. Ένδειξη εµβολιασµού, εκτός από τα βρέφη, έχουν, επίσης, άτοµα που ανήκουν σε οµάδες υψηλού κινδύνου, που είναι οι εξής: Εργαζόµενοι σε νοσηλευτικά ιδρύµατα (ιατροί, νοσηλευτές, προσωπικό εργαστηρίων και φοιτητές ιατρικών επαγγελµάτων), οδοντίατροι και βοηθητικό προσωπικό σε άµεση επαφή µε ασθενείς.

Σύµφωνα µε πρόσφατη έρευνα που πραγµατοποιήθηκε σε 1.005 επαγγελµατίες υγείας στην περιοχή της Βόρειας Ελλάδας σχετικά µε την εµβολιαστική κάλυψη κατά της ηπατίτιδας Β και τις στάσεις που διατηρούν και τις πρακτικές που εφαρµόζουν για την ενεργητική ανοσοποίησή τους, τα αποτελέσµατα είναι ιδιαιτέρως ικανοποιητικά (Σπανός Ε, Ραχιώτης Γ, Νίκου Ο, Μουχτούρη Β, Χατζηχριστοδούλου Χρ, 2017, Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδηµιολογίας, Τµήµα Ιατρικής Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας). Οι συµµετέχοντες καλέστηκαν να απαντήσουν στο αν είχαν εµβολιαστεί µε το εµβόλιο κατά της ηπατίτιδας Β, αν εµβολιάστηκαν στην παιδική ηλικία ή κατά την έναρξη του επαγγέλµατος, πόσες δόσεις του εµβολίου είχαν ήδη πραγµατοποιήσει και στην περίπτωση µη εµβολιασµού ποιος ήταν ο λόγος αποφυγής. Η πλειοψηφία των συµµετεχόντων έχει πραγµατοποιήσει το εµβόλιο σε ποσοστό 90,9%.

Συµπεραίνοντας εύλογα ότι οι εργαζόµενοι αναγνωρίζουν τον ιό ως σηµαντικό κίνδυνο και ενεργούν προς την προστασία τους. Το 45,6% δήλωσε ότι δέχθηκε την ανοσοποίηση έναντι του ιού της ηπατίτιδας Β στην παιδική ηλικία, ενώ το 72,8% δήλωσε ότι πραγµατοποίησε τον εµβολιασµό κατά την έναρξη του επαγγέλµατός του. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι από τα 914 εµβολιασµένα άτοµα τα 168 άτοµα επέλεξαν και τις δύο επιλογές του χρόνου εµβολιασµού. Το γεγονός αυτό µαρτυρά ότι χρειάστηκε να πραγµατοποιηθούν επαναληπτικές δόσεις (booster) του εµβολίου κατά την έναρξη του επαγγέλµατος. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι το 60,3% των εµβολιασµένων απάντησαν ότι είχαν πραγµατοποιήσει τις τρεις απαιτούµενες δόσεις του εµβολίου για την ολοκλήρωση του εµβολιαστικού σχήµατος. Το 16,3% των εµβολιασµένων δήλωσαν ότι είχαν διενεργήσει τις δύο δόσεις από το εµβολιαστικό σχήµα, ενώ µόλις 5 άτοµα (ποσοστό 0,6%) είχαν πραγµατοποιήσει µόνο µία δόση του εµβολίου της ηπατίτιδας.

Επίσης παρατηρήθηκε ότι µέρος του δείγµατος είχε λάβει επαναληπτική δόση εµβολιασµού, συγκεκριµένα 145 άτοµα (ποσοστό 18,0%) πραγµατοποίησαν τέσσερις δόσεις του εµβολίου και 38 άτοµα (ποσοστό 4,8%) πραγµατοποίησαν πέντε δόσεις του εµβολίου. Στην κατανοµή των µη εµβολιασµένων επαγγελµατιών υγείας ως προς τους λόγους µη εµβολιασµού κατά της ηπατίτιδας Β παρατηρήθηκε ότι η πλειοψηφία του δείγµατος -ποσοστό 50,5%- επέλεξε ως λόγο την ύπαρξη φυσικής ανοσίας. Ακολούθησαν ως λόγοι αποφυγής της διαδικασίας ανοσοποίησης η αδράνεια (17,6% των µη εµβολιασµένων), ο φόβος για την ασφάλεια του εµβολίου και ότι θεωρούν πως δεν διατρέχουν κίνδυνο νόσησης από τον ιό της ηπατίτιδας, σε ίσα ποσοστά (18,6% των µη εµβολιασµένων).

∆ιάγνωση
Η διάγνωση της φορείας του ιού πραγµατοποιείται µε εργαστηριακές µεθόδους, µε τη χρήση δεικτών που δίνουν τη δυνατότητα επιβεβαίωσης οξείας ή χρόνιας λοίµωξης από τον ιό της ηπατίτιδας Β και προσδιορισµού της µολυσµατικότητας. Στον Όµιλο ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ οι εξετάσεις πραγµατοποιούνται καθηµερινά, χωρίς προετοιµασία, µε µία ολιγόλεπτη αιµοληψία. Το κοινό έχει τη δυνατότητα να πραγµατοποιήσει εξέταση µε σκοπό την ανίχνευση του αντιγόνου επιφάνειας -αυστραλιανό (HBsAg)- για τη διάγνωση πρόσφατης, οξείας ή χρόνιας λοίµωξης, όπως, επίσης, εξέταση για τον προσδιορισµό της µολυσµατικότητας των φορέων του ιού µε ανίχνευση του αντιγόνου e (HBeAg) και µέτρηση των αντισωµάτων έναντι του αντιγόνου e µε ανίχνευση του αντισώµατος e (HBeAb).

Επίσης, γίνεται διαφοροποίηση είτε της πρόσφατης είτε της παρελθούσας ή της λανθάνουσας µολύνσεως µε την ανίχνευση του ολικού αντισώµατος πυρήνα (HBcAb). Το εργαστήριο Μοριακής Γενετικής της Βιοιατρικής προσφέρει τη δυνατότητα µοριακής ανίχνευσης του ιού της ηπατίτιδας Β µε ποσοτικοποίηση του DNA στον ορό του αίµατος, επιβεβαιώνοντας µια πιθανή χρόνια λοίµωξη και αναγνωρίζοντας µια ενεργή ή µη ενεργή λοίµωξη.

Τέλος, έπειτα από εµβολιασµό κατά του ιού της ηπατίτιδας Β, µπορεί να πραγµατοποιηθεί ανίχνευση του αντισώµατος επιφάνειας (HBsAb) για να διαπιστωθεί η επάρκεια της ανοσίας.