fbpx

Παιδιατρική Νευροακτινολογία: Τεχνικές & ιδιαιτερότητες

Γιάννης Νίκας Παιδοακτινολόγος,

Συντονιστής Κέντρου Διαγνωστικής Παιδιατρικής,

Όμιλος ΒΙΟΙΑΤΡΙΚΗ

Πρέπει να έχουμε στο μυαλό µας ότι η διαγνωστική απεικόνιση στην Παιδιατρική δεν αποτελεί µια απλή μεταφορά, σε μικρότερο μέγεθος, όσων ισχύουν στην απεικόνιση των ενηλίκων, αλλά µια αυτόνομη οντότητα. Πρόκειται για µια διακριτή υποειδικότητα της ακτινολογίας, λόγω της ιδιαίτερης νοσολογίας του παιδιού και της διαφορετικότητας στην εφαρμογή των διαγνωστικών τεχνικών.

Τα τελευταία 25 χρόνια, η παιδιατρική ακτινολογία έχει αυξήσει εκθετικά όχι µόνο τον αριθµό των εξετάσεων και των εφαρµογών της, αλλά έχει πλέον κυρίαρχο ρόλο στη διαγνωστική διαδικασία των παθολογικών καταστάσεων της παιδικής ηλικίας. Στον τομέα της Παιδιατρικής Νευροακτινολογίας η μελέτη του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (ΚΝΣ) έχει αλλάξει ριζικά, µε τη µαγνητική τοµογραφία να αποτελεί τη µέθοδο εκλογής στη συντριπτική πλειονότητα των παθήσεων. Το βασικό ερώτηµα εδώ και αρκετά χρόνια δεν είναι αξονική (CT) ή µαγνητική τοµογραφία (MRI), αλλά η σωστή επιλογή του MR πρωτοκόλλου, προσαρµοσµένου, κατά περίπτωση, στη μελετούµενη παιδιατρική παθολογία.

Αξονική τοµογραφία ή µαγνητική τοµογραφία;

Η σηµαντικά υψηλή διαγνωστική ακρίβεια της µαγνητικής τοµογραφίας έχει οδηγήσει σε µεγάλη µείωση της χρήσης της αξονικής τοµογραφίας. Ο περιορισµός σχετίζεται σε κάποιο βαθµό µε την αποφυγή της ιονίζουσας ακτινολογίας, που είναι περισσότερο βλαπτική στην παιδική ηλικία απ’ ότι στην ενήλικη ζωή. Για να έχει κανείς µια ποσοτικοποιηµένη αντίληψη πρέπει να γνωρίζει ότι η απορροφούµενη δόση ακτινοβολίας σε µια αξονική τοµογραφία εγκεφάλου (µε το σύνηθες πρωτόκολλο των ενηλίκων) υπολογίζεται σε 2,3mSv, που είναι αντίστοιχη της απορροφούµενης σε έναν χρόνο κοσµικής ακτινοβολίας και αντίστοιχη περίπου 100 απλών ακτινογραφιών θώρακα. Υπάρχει µεγάλη προσπάθεια τα τελευταία χρόνια, τόσο από τους επιστηµονικούς φορείς όσο και από τις κατασκευάστριες εταιρείες, για τον περιορισµό της χρήσης της αξονικής τοµογραφίας, µε τον προσδιορισµό αυστηρότερων ενδείξεων αλλά και τη χρήση ειδικών πρωτοκόλλων χαμηλής δόσης.

Θα λέγαµε, λοιπόν, ότι σήµερα η αξονική τοµογραφία αποτελεί απεικονιστική µέθοδο πρώτης εκλογής στα επείγοντα νευρολογικά και νευροχειρουργικά περιστατικά (συμπεριλαμβανομένου του μετεγχειρητικού follow-up), στη διερεύνηση των οστικών βλαβών του σπλαχνικού και εγκεφαλικού κρανίου και τη µελέτη των λιθοειδών οστών. Η μαγνητική τομογραφία του ΚΝΣ στην παιδική ηλικία

Οι ιδιαιτερότητες της εξέτασης στην παιδική ηλικία είναι πολλές: σχετίζονται τόσο µε τη µελέτη του αναπτυσσόµενου εγκεφάλου στα πρώτα τα χρόνια της ζωής, όσο και µε την αναγκαιότητα της χρήσης τεχνικών αναισθησίας σε παιδιά ηλικίας μικρότερης των 5-6 ετών. Είναι προφανής, λοιπόν, η αναγκαιότητα µιας εξιδεικευµένης οργανωµένης οµάδας αποτελούμενης, εκτός από τον ειδικό παιδοακτινολόγο – νευροακτινολόγο, από ειδικό παιδοαναισθησιολόγο και έµπειρους ακτινοφυσικούς, τεχνολόγους και νοσηλευτές, που πρέπει να επιµελείται όλες τις φάσεις της εξέτασης, από την προετοιµασία της µέχρι τη διάγνωση.

Η μαγνητική τομογραφία αποτελεί µια μέθοδο υψηλής διαγνωστικής ακρίβειας που εξαρτάται από πολλές παραµέτρους, σε αντίθεση µε την αξονική που εξαρτάται µόνο από τον συντελεστή απορρόφησης της ακτινοβολίας. Η μελέτη είναι πολυεπίπεδη και με μεγάλο αριθμό τεχνικών.

Μαγνητική αγγειογραφία

Αγγειογραφικές τεχνικές για τη µελέτη των αρτηριών και φλεβών του εγκεφάλου χρησιµοποιούνται πάνω από 25 χρόνια. Στην πορεία του χρόνου όµως υπήρξε µια πολύ µεγάλη βελτίωση της ποιότητας των εικόνων και αυξήθηκε η διακριτική ικανότητα υψηλής αντίθεσής τους (spatial resolution). Έτσι, οι σηµερινές αγγειογραφίες, ιδιαίτερα από µηχανήµατα υψηλού µαγνητικού πεδίου (3 Tesla), προσεγγίζουν τη διαγνωστική ακρίβεια της ψηφιακής (επεµβατικής) αγγειογραφίας. Αποτελούν ιδιαίτερα χρήσιµες τεχνικές στη µελέτη των αγγειοπαθειών που συνδέονται µε τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια της παιδικής ηλικίας, φλεβικής ή αρτηριακής αιτιολογίας, που, βέβαια, διαφέρουν αιτιολογικά από αυτά των ενηλίκων (συνδεόµενα µε τραύµα, γενετικούς παράγοντες, διαταραχές πήξης, καρδιακά νοσήµατα, αγγειίτιδες κ.ά.).

Διάχυση

Η τεχνική της διάχυσης αφορά τη µελέτη της µικροσκοπικής κίνησης των µορίων του νερού στον εξωκυττάριο χώρο, λόγω της τυχαίας θερµικής κίνησης. Υπάρχουν δύο τύποι εικόνων: α) Οι εικόνες διάχυσης (Diffusion Weighted Imaging – DWI) και β) οι χάρτες ADC (Apparent Diffusion Coefficient), που έχουν πλέον ενταχθεί στα πρωτόκολλα ρουτίνας για την εξέταση του εγκεφάλου, διότι έχουν και το πλεονέκτηµα της ταχείας απόκτησης εικόνων (ακόµη και σε λιγότερο από 1 λεπτό).

Η κύρια εφαρμογή της διάχυσης ήταν αρχικά στην εγκεφαλική ισχαιµία, εστιακή ή διάχυτη, λόγω της ευαισθησίας της στην ανάδειξη του κυτταροτοξικού οιδήµατος. Σήµερα, όµως, είναι ιδιαίτερα χρήσιµη και σε άλλες παθολογίες, όπως στους όγκους εγκεφάλου, στις εγκεφαλικές φλεγμονές (εγκεφαλίτιδες, αποστήματα) και στα μεταβολικά νοσήματα.

Μαγνητική επιδεκτικότητα

Η τεχνική της µαγνητικής επιδεκτικότητας (Susceptibility Weighted Imaging – SWI) εκµεταλλεύεται τις διαφορές της µαγνητικής επιδεκτικότητας µεταξύ των ιστών για την παραγωγή αντίθεσης. Επιτρέπει την απεικόνιση των αιµοφόρων αγγείων και των ιστών µε αυξηµένο φορτίο σιδήρου και αποτελεί ιδιαίτερα χρήσιµη µέθοδο στην ανάδειξη αιµορραγικών αλλοιώσεων και αγγειακών ανωµαλιών.

Φασµατοσκοπία

Μεταξύ των λεγόμενων «προηγμένων τεχνικών» αυτή µε τη µεγαλύτερη ιστορία, παλαιότερη κι από αυτή των τεχνικών απεικόνισης, είναι η φασµατοσκοπία. Με τη µορφή φάσµατος και όχι εικόνων καταγράφεται η συγκέντρωση μεταβολιτών χαμηλού µοριακού βάρους, η συγκέντρωση των οποίων µεταβάλλεται σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις, σε σχέση µε το υγιές παρέγχυµα. Χρησιµοποιούνται τεχνικές µονού voxel (single voxel) και πολλαπλών voxels (multi voxel) για τη µελέτη µεταβολικών νοσηµάτων και όγκων εγκεφάλων (για τη διαφοροδιάγνωσή τους από άλλες παθολογίες, την αξιολόγηση της κυτταροβρίθειάς τους κ.ά.), στην ισχαιµική παθολογία, στην επιληψία και σε φλεγµονώδεις καταστάσεις.

Τανυστής Διάχυσης – Δεσμιδογραφία

Πρόκειται για τεχνική που βασίζεται σε αυτή της µοριακής διάχυσης και καταγράφει in vivo την αρχιτεκτονική της λευκής ουσίας. Παρέχει ποιοτικές και ποσοτικές πληροφορίες για τη μυελίνωση των νευραξόνων, την ακεραιότητα των δεµατίων της λευκής ουσίας και της κατεύθυνσής τους στο εγκεφαλικό παρέγχυµα. Με τη δεσµιδογραφία (tractography) επιτυγχάνεται η τρισδιάστατη ανασύνθεση των εικόνων µε εντυπωσιακό τρόπο. Η χρήση της αυξάνει τα τελευταία χρόνια και οι εφαρµογές της διευρύνονται πέρα από την ογκολογία και τον προεγχειρητικό έλεγχο µιας χωροκατακτητικής βλάβης.

Αιµάτωση

Υπάρχουν τεχνικές που επιτρέπουν την αξιολόγηση της εγκεφαλικής αιµάτωσης µε τη χρήση ή όχι σκιαγραφικού μέσου. Ειδικότερα, µπορεί να ληφθούν πληροφορίες για τον αιµατικό όγκο µιας περιοχής, τον χρόνο της αιµατικής διέλευσης από αυτή, όπως και την τοπική αιµατική ροή.

Οι τεχνικές αυτές είναι ιδιαίτερα σηµαντικές στην εγκεφαλική ισχαιµία, εστιακή ή διάχυτη, αλλά και στον χαρακτηρισµό των όγκων εγκεφάλου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χρήση της στα παιδιά παρουσιάζει η τεχνική Arterial Spin Labeling, η οποία επιτρέπει την άμεση και µη επεµβατική µέτρηση της ροής του αίµατος σε επιλεγµένες περιοχές του εγκεφάλου χωρίς τη χρήση παραµαγνητικής ουσίας και χωρίς την έκθεση σε ακτινοβολία.

Λειτουργική απεικόνιση

Οι περιγραφόµενες τεχνικές µε τον γενικό όρο «λειτουργική απεικόνιση» εκµεταλλεύονται την παραµαγνητική επίδραση του αποξυγονωµένου αίµατος που σωρεύεται στις λειτουργικά ενεργές εγκεφαλικές περιοχές. Με την τεχνική αυτή λαµβάνονται εικόνες του εγκεφάλου κατά τη διάρκεια δραστηριότητας ή εφαρµογής ερεθισµάτων και σε φάση ηρεµίας και µε ειδική επεξεργασία (subtraction) αναδεικνύεται η λειτουργική εγκεφαλική δραστηριότητα, σαν αποτέλεσµα αυξηµένης αιµατικής ροής. Πρόκειται για τεχνικές που χρησιµοποιούνται περισσότερο από 25 χρόνια στη νευροφυσιολογία και τη νευροψυχιατρική, κυρίως ερευνητικά. Οι πλέον πρακτικές εφαρµογές τους αφορούν τον προεγχειρητικό έλεγχο όγκων εγκεφάλου και τη χειρουργική της επιληψίας.

Ογκομετρικές τεχνικές

Πρόκειται για τεχνικές που επιτρέπουν την ποσοτικοποίηση της φαιάς και της λευκής ουσίας του εγκεφάλου. Τα ογκοµετρικά δεδοµένα είναι ιδιαίτερα χρήσιµα στη µελέτη νευροεκφυλιστικών νοσηµάτων, δυσπλαστικών συνδρόµων και της επιληψίας του κροταφικού λοβού.