fbpx

Ένας στους δύο άνδρες μετά τα 50 έχει καλοήθη υπερπλασία προστάτη

Ιωάννης Σ.Μπουζαλάς Χειρουργός Ουρολόγος – Ανδρολόγος,
Επιστ. Υπεύθυνος Ουρολογικού Τμήματος
Βιοκλινικής Αθηνών

19/04/21 – 3min. read

Η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη (ΚΥΠ) είναι μία συνήθης πάθηση στους άνδρες άνω των 50 ετών. Η ύπαρξή της μπορεί να πυροδοτήσει ενοχλητικά συμπτώματα στο ουροποιητικό σύστημα, τα οποία χειροτερεύουν με την αύξηση της ηλικίας. Αποτελεί την πιο συχνή αιτία εμφάνισης αποφρακτικού τύπου ούρησης (bladder outlet obstruction, BOO) στους άνδρες (καλοήθης προστατική απόφραξη). 

Η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη είναι η συχνότερη καλοήθεια, αφού εμφανίζεται στο 50% των ανδρών ηλικίας άνω των 50 ετών. Τα συμπτώματα της νόσου χειροτερεύουν με την αύξηση της ηλικίας, καταλήγοντας να απασχολούν περίπου το 80% των ανδρών ηλικίας 60-80 ετών.

Ο όγκος του προστάτη αυξάνεται ετησίως 2 με 2,5%, παρουσιάζοντας τη μεγαλύτερη ανάπτυξη από την 5η δεκαετία κι έπειτα. Ένας ασυμπτωματικός άνδρας 45 ετών έχει 45% πιθανότητα να εμφανίσει συμπτώματα τα επόμενα χρόνια της ζωής του.

Η ΚΥΠ μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της πίεσης της προστατικής ουρήθρας με αποτέλεσμα την αποφρακτική ούρηση και την εμφάνιση συμπτωμάτων από το κατώτερο ουροποιητικό σύστημα. 

Στην πραγματικότητα, ο προστάτης μεγαλώνει, αλλά η κύστη υποφέρει, αφού δική της ευθύνη είναι τόσο η αποθήκευση των ούρων όσο και η αποβολή τους, δηλαδή η ούρηση.

Ο ασθενής με αποφρακτικού τύπου ούρηση θα καταλάβει μια σταδιακή ελάττωση της ταχύτητας των ούρων. Η ούρησή του θα γίνεται ολοένα δυσκολότερη, θα αργεί να ξεκινήσει και θα διαρκεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Συνήθως στο τέλος θα υπάρχει η αίσθηση ότι η κύστη δεν έχει αδειάσει.

Κατά τη λήψη του ουρολογικού ιστορικού θα πρέπει ο ασθενής να ερωτάται αν έχει κάποιο από τα ακόλουθα συμπτώματα:

  • δυσκολία στην έναρξη της ούρησης
  • ελάττωση της ακτίνας ούρησης
  • παράταση του χρόνου ούρησης
  • αίσθημα ατελούς κένωσης της κύστης
  • διαφυγή σταγόνων μετά το τέλος της ούρησης
  • διακοπτόμενη ούρηση
  • διχαλωτή ούρηση

Η ουροροομετρία (μέτρηση της ροής των ούρων) δίνει χρήσιμες πληροφορίες για την ποιότητα της ούρησης και βοηθάει σημαντικά στη διαγνωστική προσέγγιση του προβλήματος. Είναι μία μη επεμβατική, ανώδυνη εξέταση, γίνεται στο ιατρείο και ουσιαστικά πρόκειται για μια ούρηση σε ένα ειδικό μηχάνημα που καταγράφει τη ροή των ούρων, όταν ο ασθενής ουρεί μέσα σε αυτό. Η εξέταση διαρκεί μερικά λεπτά και συνδυάζεται συνήθως με μέτρηση του υπολείμματος των ούρων (PVR, Post Void Residual).